Θαλασσινές …ανθρώπινες ιστορίες

pyli4

Πέρασα την πύλη της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων 17,5 χρονών. Βιολογικά, γιατί εμφανισιακά μάλλον για 14 έφερνα…

Ένα μέτρο μέσα και αμέσως στη γραμμή ανά τριάδες υπακούοντας στις ευγενικές (όσο ήταν οι γονείς ακόμα τρία μέτρα πίσω μας…) διαταγές από τους δύο τεταρτοετείς «προπαιδευτές». Εμπρός μαρς, κατ’ ευθείαν στο Κεντρικό κτίριο του Βασσάνειου Ιδρύματος και παράταξη στον Μεσόδομο μπροστά από το Κουρείο του κυρ Γιώργη που μας κοίταζε συγκαταβατικά έτοιμος να ασκήσει την υψηλή κομμωτική φόρμα «γουλί»…

Με την έξοδο του πρώτου από το Κουρείο,  μας έπιασαν τα γέλια. Οι τεταρτοετείς ξέχασαν τις ευγένειες. Οι γονείς και συγγενείς είχαν πάρει ήδη τον δρόμο της επιστροφής. «Γελάτε μουλάρια με τον συμμαθητή σας; Επί τόπου τροχάδην!»  Τρέχαμε εμείς αλλά το γέλιο συνεχιζόταν όταν βγήκε και ο δεύτερος «γουλί» κουρεμένος, αγριεμένος ο τεταρτοετής τσιμπάει δύο από εμάς, «εσείς ρε μουλάρια, τροχάδην γύρω γύρω τον επάνω όροφο μέχρι να σας πω να σταματήσετε».

Τρέχοντας στον επάνω όροφο, ήρθε η σειρά μου να ακούσω το όνομά μου από τη λίστα που κρατούσε ο προπαιδευτής για την «εν χρω κουρά» μου από τα χέρια του κυρ Γιώργη. Μόνο που δεν το άκουσα μια φορά μόνο.

«Γκορτζής! , ΓΚΟΡΤΖΗΗΗΣ; Τι ΓΚΟΡΤΖΗΣ ρε μούλε; Είσαι γιός του Γκορτζίλα, του Ήφαιστου;»

Τι μου λέει αυτός τώρα, σκέφτηκα. Ποιός Γκορτζίλας και ποιός Ήφαιστος;

«Δεν καταλαβαίνω», απαντώ. «Δεν καταλαβαίνεις; Τον Τάσο Γκορτζή, τον Πλοίαρχο που ήταν μέχρι πέρσι Υποδιοικητής εδώ, δεν τον ξέρεις;» «Α, αυτός είναι ξάδελφος του πατέρα μου αλλά δεν έτυχε να τον γνωρίσω». «Ναι, καλά, αφού του μοιάζεις κιόλας ρε μούλε, μπες για κούρεμα τώρα και μετά τα λέμε με σένα».

Όσο ο κυρ Γιώργης δούλευε την ψιλή στο κεφάλι μου σκεφτόμουν τι στην ευχή έκανε σ’ αυτούς ο άγνωστος σε μένα «θείος» που ξέσπαγαν στο αποψιλωμένο κεφάλι μου…

Από εκείνη τη στιγμή, όποιος τεταρτοετής με συναντούσε, αφού ρωτούσε «εσύ είσαι ρε μούλε ο Γκορτζής ο ανηψιός του Ήφαιστου;» και του απαντούσα «μάλιστα, αλλά αυτόν δεν τον έχω δεί ποτέ μου», θεωρούσε καλό να εκτονώσει όσα κουβαλούσε από τον «θείο» με το «καγκουρώ ρε μούλε που δεν τον ξέρεις…»

Όπερ «καγκουρώ» κάθισμα βαθύ και πηδηματάκια επί τόπου ή και προς τα εμπρός με τα χέρια πίσω από το κεφάλι, με τα γόνατα να παίρνουν φωτιά μετά από ένα λεπτό και τους …τετρακέφαλους να καίγονται.

Ο Τάσος Γκορτζής, Πλοίαρχος, ήταν (όπως έμαθα αργότερα) ένας αυστηρός αξιωματικός, όπως όλοι άλλωστε της εποχής του, αλλά δίκαιος, που ως Υποδιοικητής στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων «φόρτωνε ποινές’ στους απείθαρχους, μερικοί από τους οποίους διάβαιναν καθημερινά το κατώφλι του γραφείου του. Το Παρατσούκλι «Ήφαιστος» οφειλόταν στο γεγονός ότι λόγω ενός ατυχήματος, από κάταγμα στη λεκάνη, κούτσαινε ελαφρά.

Πέρα από την καθημερινή αντιμετώπιση της εκτόνωσης των τεταρτοετών για τον «θείο», είχα και πολλές προειδοποιήσεις του τύπου «καλά ρε μούλε, αν σε βρεί καμμιά μέρα ο Θεοφανίδης στον Στόλο την έβαψες».

Ο Θεοφανίδης ήταν ο αγαπητός συνάδελφος που μας άφησε νωρίς πριν λίγους μήνες το 2014. Είχε αποφοιτήσει από τη Σχολή όταν εμείς μπήκαμε. Μού τον είχαν τότε περιγράψει ως έναν μαυριδερό αγριάνθρωπο που σίγουρα απειλούσε την …σωματική μου ακεραιότητα έτσι και συναντιόμασταν αφού ο «θείος» τον είχε καθημερινό πελάτη φιλοδωρώντας τον με αυστηρές Φυλακίσεις λόγω της …συγγενούς ζωηρότητάς του.

Και έρχονται τα πρώτα Χριστούγεννα. Λίγο πριν τις γιορτές, γίνεται ένα τριήμερο εκπαιδευτικό ταξίδι με δύο μεγάλα αντιτορπιλικά του Στόλου. Στην περίπτωσή μας, το ΘΥΕΛΛΑ και το ΝΑΥΑΡΙΝΟ. Αγκυροβολούν αυτά έξω από τη Σχολή Δοκίμων και με ρυμουλκά επιβιβάζονται οι Δόκιμοι και μεταφέρονται τα εφόδια που τα κουβαλούν, ποιοί άλλοι, οι πρωτοετείς.

Όταν βγήκε το πρόγραμμα του ταξιδιού, ο τεταρτοετής Θαλαμάρχης μου θεώρησε καλό να μου …υψώσει το ηθικό. «Άντε μούλε, στο καράβι που πάμε είναι και ο Θεοφανίδης! Θα …χαρεί πολύ που θα σε βρεί…»

Ωχ αμάν, τι κάνουν τώρα; σκέφτηκα. Και κουβαλώντας στο κατάστρωμα του αντιτορπιλικού ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ τα κατεψυγμένα από το 1945 μπούτια βύσσωνος Αργεντινής και τα καφάσια με τα φρούτα, φρόντιζα να κρύβω την κονκάρδα με το όνομά μου από το προσωπικό του πλοίου που συναπαντούσα. Μέχρι που κάποια στιγμή, ένας αγριωπός μαυριδερός αξιωματικός με φόρμα εργασίας με σταματάει στο αριστερό κατάστρωμα. «Έλα εδώ εσύ», διατάζει.

«Διατάξτε» βροντοφωνάζω δήθεν άφοβα, κολώντας το τελάρο με τα μήλα στην κονκάρδα μου. «Για κατέβασε το τελάρο» μου λέει. «όπα, την πατήσαμε» σκέφτομαι.

«Γκορτζής; Εσύ είσαι ρε ο Γκορτζής; Καλά σε κατάλαβα. Μοιάζεις του Τάση, πήγαινε να αφήσεις τα μήλα και έλα να με βρείς»

Άφησα τα μήλα στην Αποθήκη Τροφίμων και γύρισα στο κατάστρωμα. Άφαντος ο αγριωπός αλλά η διαταγή διαταγή, άρχισα το ψάξιμο ρωτώντας δεξιά και αριστερά «πού είναι ο κύριος Θεοφανίδης;», μάταια όμως, μέχρι που ξαφνικά ξαναβρίσκω τον μαυριδερό αγριωπό εκεί στο αριστερό κατάστρωμα. «Πού είσαι ρε μουλάρι τόση ώρα;» «σας έψαχνα παντού» «άσ’ τα αυτά και μπες μέσα» με σπρώχνει στο μικρό Γραφείο Μηχανής και κλείνει και τη φρακτή. «Τετέλεσται» σκέφτομαι, αλλά κρατάω ακόμα την ψυχραιμία μου.

«Ξέρεις ποιός είμαι εγώ ρε μουλαράκι;», αυτό το «άκι» δεν με παρηγόρησε καθόλου… «Μάλιστα, είστε ο κύριος Θεοφανίδης» με κομμένα γόνατα απαντάω έτοιμος να υποστώ τις συνέπειες.

«Ποιός Θεοφανίδης ρε μπαγάσα, ο ξάδερφός σου ο Μπουκουβάλας είμαι!» λέει ξεκαρδισμένος ο μαυριδερός!

Ο ξάδελφος, γιός της αδελφής του Τάση του Πλοιάρχου ήταν τότε Ανθυποπλοίαρχος Μηχανικός και υπηρετούσε στο ίδιο καράβι με τον Σημαιοφόρο Θεοφανίδη. Δεν είχε τύχει να γνωρίσω αυτήν την πλευρά του σογιού μια και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη.

Και από την …γκιλοτίνα του ετοιμοθάνατου, βρέθηκα να πίνω καφεδάκι (αδιανόητο για πρωτοετή) με τον ξάδελφο Ανθυποπλοίαρχο εξιστορώντας του το …Θεοφανίδειο άγος μου.

Κάποια στιγμή, το πλοίο είναι έτοιμο για απόπλου. Είμαι πηδαλιούχος στην Ομάδα Διεύθυνσης του Πλοίου και παραλαμβάνω καθήκοντα στη Γέφυρα βροντοφωνάζοντας «Πηδαλιούχος παραλαμβάνει Δόκιμος Α’ Τάξεως Γκορτζής». Στη Γέφυρα όλο το Μάχιμο Επιτελείο του πλοίου. «ΓΚΟΡΤΖΗΣ;» ακούγεται κραυγή από το φτερό της Γέφυρας. «ΓΚΟΡΤΖΗΣ;» ξαναακούγεται πιό κοντά και ένα στρογγυλό μαυριδερό κεφάλι κολλάει δίπλα στο αυτί μου ξαναφωνάζοντας «ΓΚΟΡΤΖΗΗΗΗΣ::: Πήδα στη θάλασσα ρε μούλε!» Κοιτάω δεξιά αριστερά, ο Κυβερνήτης, ο Ύπαρχος και οι άλλοι αξιωματικοί μάλλον διασκέδαζαν με την αγριότητα του Σημαιοφόρου, «τώρα τι κάνουμε;» σκέφτομαι, οπότε εμφανίζεται ο από …Μηχανής (του πλοίου) Θεός/ξάδελφος, αρχαιότερος του Σημαιοφόρου και σώζει την κατάσταση. «Θεοφανίδη άσε τον μούλο ήσυχο».

Στη διάρκεια του εκπαιδευτικού ταξιδιού μίλησα πολλές φορές με τον Θεοφανίδη. Κάτω από τη φαινομενική «αγριότητά» του ήταν ένας από τους πιό ευαίσθητους και συναισθηματικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Με εξαιρετικό χιούμορ και ειλικρίνεια. Στην μετέπειτα σταδιοδρομία μας συνεργαστήκαμε πολλές φορές, εγώ παράλληλα στα Ελικόπτερα, αυτός ένας από τους καλύτερους βατραχανθρώπους, πολλές βάρδιες μου στο Ελικοδρόμιο της Αμφιάλης πήγαινα τα βράδια στη Μονάδα του και τα λέγαμε παρέα με τα σκυλιά του ξαπλωμένα πάνω στο Γραφείο του. Του άρεσε που ούτε ένα από αυτά μου αγρίευε «καταλαβαίνουν τους φίλους» μου έλεγε. Εκτιμούσε αφάνταστα τον θείο μου «και λίγες καμπάνες μου’ ριξε, τον παίδευα συνέχεια, κάθε βράδυ πήδαγα την μάντρα κι έβγαινα έξω» ομολογούσε και γελούσε με την τότε τρομάρα μου στο άκουσμα του ονόματός του. Ακόμα και ως απόστρατοι τα λέγαμε αραιά και που στις επισκέψεις του στη Θεσσαλονίκη. Δυστυχώς τον χάσαμε νωρίς…

 

3 comments on “Θαλασσινές …ανθρώπινες ιστορίες

  1. Ο/Η Ioannis Georgiadis λέει:

    Κωστή, ωραία τα περιγράφεις, με τον μακαρίτη τον Ντάνυ είμαστε παρολίγο
    συμμαθητές
    επίσης δεν ήξερα οτι ο Μπουκουβάλας ήταν συγγενής ελπίζω να μιλάμε για τον
    Αχιλλέα
    πρώτος μηχανικός αυτός στον ΑΕΤΟ, ανθυποπλοίαρχος επιμελητής εγώ στο ταξίδι
    με τους δοκίμους στην ΝΟΤΙΟ ΑΜΕΡΙΚΗ το 1972 (φοβερό ταξίδι…….κάποια
    στιγμή θα σου μιλήσω γι’ αυτό)
    από οτι θυμάμαι δεν είχε κατεβεί ποτέ στις μηχανές στην διάρκεια του
    ταξιδιού, εγώ ήμουν συνέχεια εκεί με το μανωλη τον πιζάνη εάν το λέω σωστά
    το όνομα
    με την αγάπη μου
    Ιωαν

  2. Ο/Η Ευγένιος Τραπεζόντας λέει:

    Πάντα απολαυστικός!

    Χαίρομαι να παρακολουθώ τις σελίδες σας, έχοντας το προνόμιο να έχω γνωρίσει προσωπικά,
    τον άνθρωπο πίσω από τις λέξεις.

    Σας χρωστάω(με) ένα μεγάλο ευχαριστώ για την ποιότητα που προσδώσατε στην θητεία μας,

    Με νοσταλγία για μια από τις καλύτερες και πιό ανέμελες περιόδους της ζωής μου,

    Ευγένιος Τραπεζόντας
    Α/Τ Θεμιστοκλής 1993-1995

    • Ο/Η klafsigelos λέει:

      Τιμή μου και καμάρι μου για τους ανθρώπους που σταύρωσαν την πλώρη τους με τη δική μου στην ζωή, κι ευχαριστώ τη μοίρα μου για την ποιότητά τους… Να ‘σαι καλά!

Σχολιάστε