Αληθινή ιστορία

Επαναδημοσίευση από Ημίαιμο και Πίτυλο με τα τότε σχόλια
(σήμερα, αφιερωμένο κι αυτό στον …Πάγκαλο…)

15 Νοεμβρίου 2006

Είναι κάποιες στιγμές στη ζωή μας που μας σημαδεύουν ανεξίτηλα. Όσοι έχουν υπομονή, ας γνωρίσουν μία από αυτές που σημάδεψαν τη δική μου

Παλιόκαιρος. Το μέτωπο ήρθε απ’ τον Βορρά με καταιγίδες, χαμηλά σύννεφα, υγρασία και ορατότητα κάπου-κάπου στο μηδέν.
Κι η κωλογρίπη ν’ ανατριχιάζει το σβέρκο, στο 39 το θερμόμετρο, ανάσκελος στο κρεβάτι τρεις κουβέρτες παρακάτω…
Ώρα έξη το απόγευμα. Ένα δροσερό χεράκι με σπρώχνει προσεκτικά. «Μπαμπά, σε ζητούν στο τηλέφωνο» λέει ο γιος, πέντε χρονών, «η μαμά είπε ότι είσαι άρρωστος, αλλά είναι πείγο». «Επείγον» ρε μπαγάσα! Μουγκρίζω και σηκώνω το ακουστικό.
«Καλησπέρα, συγνώμη για την ενόχληση, είμαι ο Αξιωματικός Φυλακής και έχουμε ένα κότερο ξυλάρμενο στον καβοντόρο που έστειλε SOS και το ΓΕΝ μας ρωτάει αν μπορούμε να πετάξουμε. Τους είπα ότι ο καιρός είναι απαγορευτικός με μικρά διαστήματα καλυτέρευσης.»
«Ποιοι χειριστές έχουν βάρδια;» ρωτάω.
«Ο Γιώργος Μ κυβερνήτης και ο Γιώργος Σ συγκυβερνήτης» μου απαντάει.
«Δώσε μου τον Μ στο τηλέφωνο» «Καλησπέρα, μόλις ξαναμίλησα με το ΓΕΝ» λέει ο Μ και «ένα κότερο έφυγε από Νάξο για Βόλο, ζεύγος πενηντάρηδων, η έγκυος κόρη τους και ο γιος της πέντε χρονών. Μόλις καβατζάρανε το καβοντόρο μείνανε ξυλάρμενοι και πάνε για τα βράχια. Μιλάνε στο Βι ειτς εφ με το Λαύριο»
«Πώς σου φαίνεται ο καιρός Γιώργη;»
«Δε μου φαίνεται, αλλά έχει κάτι τρύπες, μπορούμε να δοκιμάσουμε, πέντε χρονών είναι ρε γαμώ το»
«Εντάξει Γιώργη, πέστε στο ΓΕΝ ότι απογειώνεστε σε δέκα λεπτά, σηκωθείτε για την περιοχή, κι έρχομαι κι εγώ στη Βάση, θα επικοινωνήσουμε στον ασύρματο σε τρία τέταρτα»
«Εντάξει, φύγαμε»
Μιλώντας στο τηλέφωνο, ήδη είχα ντυθεί, φόρμα –αρβύλες, ο μικρός γιος με κοίταζε περίεργα, και η γυναίκα μου με καρτερία. Ίσα που χάιδεψα τα μαλλάκια του, μην τον κολλήσω κι αυτόν καμιά γρίπη, έστειλα ένα φιλί στη συμβία και έτρεξα τις σκάλες δυο δυο. Το Φιεστάκι, περιέργως, πήρε μπρος με τη μία και ξεχύθηκε προς την Πεντέλη. Χαμός. Η λεωφόρος Πεντέλης ένα ποτάμι ορμητικό, οι υαλοκαθαριστήρες δεν προλάβαιναν να καθαρίσουν το νερό, «πού στο διάολο τους έστειλα αυτούς τώρα;» αναρωτήθηκα αλλά για μια στιγμή μόνο. Ήταν και οι δυο έμπειροι. Από τους καλύτερους. «Το παιδάκι. Το παιδάκι. Καλά αυτοί ήξεραν που πήγαιναν. Ξεράδια τους. Το παιδάκι και την έγκυο, γιατί τους πήραν μαζί; Μια βδομάδα είναι ο καιρός έτσι, γαμώ το. Το παιδάκι ρε γαμώ το»
Το Φιέστα ήξερε τον δρόμο απ’ έξω κι ανακατωτά. Ορατότης μηδέν στον Διόνυσο. Βροχή μετά χαλάζι και μετά βροχή. «Πού τους έστειλα ρε γαμώ το. Αλλά είναι άσσοι και οι δυο. Για να δούμε.»
«Για να δούμε, όμως, πρέπει να φτάσουμε εμείς πρώτα στη Βάση είπα στο αυτοκινητάκι μου», σε κάποιον έπρεπε να μιλάω για να μη με αποπροσανατολίσει ο παλιοπυρετός, εξάλλου πάντοτε αυτό με άκουγε και δεν με πούλησε ποτέ, ούτε τώρα με τη λεωφόρο Μαραθώνος να θυμίζει τον Πηνειό όταν λιώνουν τα χιόνια. Σε μισή ώρα ακριβώς μ’ έφερε στην πόρτα του Θαλάμου Επιχειρήσεων και όρμηξα στον ασύρματο.
«21, η Βάση, μ’ ακούς;» «Δυνατά καθαρά, είμαστε από πάνω από το κότερο και μιλάμε στην άλλη συχνότητα μαζί του. Για να τους πάρουμε πρέπει να πέσουν στη θάλασσα ή να σπάσουν το κατάρτι γιατί αλλιώς θα κινδυνέψουν κι αυτοί κι εμείς. Έχει τρομακτικό κυματισμό και κουνιέται σαν καρυδότσουφλο. Θα προσπαθήσω να τους δώσω το συρματόσχοινο για να δέσουν τουλάχιστον τον πιτσιρικά και να τον αφήσουν στη θάλασσα με το σωσίβιο για να τον πάρουμε επάνω. Είναι τρομαγμένοι, όμως και δεν πολυκαταλαβαίνουν.»
«ΟΚ, μείνετε από πάνω τους, και δίνετέ τους κουράγιο. Μόλις μας είπε το ΓΕΝ ότι ένα μεγάλο επιβατηγό πλοίο προσεγγίζει το στίγμα. Κι ένα αντιτορπιλικό αλλά αυτό θ’ αργήσει λίγο»
«Ναι, το βλέπουμε το επιβατηγό, σε λίγο θα είναι εδώ, εμείς μπορούμε να παραμείνουμε μισή ώρα ακόμη.»
Στην άλλη συσκευή ακούω τη συνομιλία του Ελικοπτέρου με το κότερο. Οι χειριστές καθησυχάζουν την κόρη που ζητάει συνεχώς να βοηθήσουν το παιδί της. Η απόγνωση της μάνας είναι συγκλονιστική. Όλοι στον Θάλαμο Επιχειρήσεων είναι αμίλητοι και κοιτώντας τους στα μάτια νομίζω ότι όλοι είναι εκεί με το ελικόπτερο, πάνω από τη μάνα και το παιδί. Ήρθαν και αυτοί που είχαν χθες βάρδια για να υπάρχει και άλλο πλήρωμα έτοιμο.
«Βάση από 21, το επιβατηγό έφτασε και μανουβράρει για να κόψει τον καιρό και να μαζέψει τους ανθρώπους απ’ το κότερο. Εμείς πρέπει να φύγουμε γιατί τελειώνει και το καύσιμο.»
«Ο.Κ. Μίλα με τον καπετάνιο του επιβατηγού και αν έχει τον έλεγχο της κατάστασης φύγε.»
«Βάση από 21, μίλησα με τον καπετάνιο και μου είπε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, σε πέντε λεπτά θα τους πάρει επάνω. Εγκαταλείπω περιοχή και επιστρέφω στη Βάση.»
«Ελικόπτερο μη φεύγεις σε παρακαλώ» ακούγεται από την άλλη συσκευή η φωνή της νεαρής μάνας. «Μην ανησυχείς καλή μου, το μεγάλο πλοίο θα σας πάρει σε λίγο επάνω» απάντησε ο Γιώργης.
Το 21 προσγειώθηκε νύχτα πια μέσα σε μια κόλαση βροχής και χαλαζιού. Δυο εξαντλημένοι πιλότοι, με τις φόρμες τους κολλημένες όχι από το νερό αλλά από τον ιδρώτα, σωριάστηκαν στις καρέκλες του Θαλάμου. «Γαμώ το να μην καταλαβαίνουν τι πρέπει να κάνουν, θα πρέπει να τους το διδάσκουν στις σχολές ιστιοπλοΐας, αλλά ευτυχώς που ήρθε ο εμπορικάντζας» είπε ο Γιώργης. «Καλά αφεντικό, τέτοιο καιρό δεν ματάδαμε μέχρι τώρα. Φτερό στον άνεμο ήμασταν»
«Τέλος καλό. Όλα καλά» λέει ο άλλος Γιώργης. Και σηκώνει το τηλέφωνο που ήταν δίπλα του. Κι ασπρίζει.
Αρπάζω το ακουστικό, ο αξιωματικός από το ΓΕΝ δεν μπορεί καλά καλά να μιλήσει. «Χάθηκαν» μου λέει «Ποιοι, πώς» «το εμπορικό αντί να τους τραβήξει επάνω με σχοινιά, κατέβασε τον καταπέλτη πρύμα και αναπόδισε για να τους πλησιάσει. Ένα κύμα σήκωσε τον καταπέλτη και τους καπάκωσε, το κότερο έγινε κομμάτια και όλοι χάθηκαν στη θάλασσα. Αεροπλάνο δεν πετάει με τέτοιο καιρό, ούτε ελικόπτερο φαντάζομαι, έφτασε στην περιοχή το αντιτορπιλλικό και ψάχνει…» Κλείνω.
Παγωμάρα στον Θάλαμο. «Ελικόπτερο μη φεύγεις» ηχώ μαχαιριά στο μυαλό στην καρδιά. Δάκρυα στα σκυμμένα στο πάτωμα μάτια. «Κάνατε ό,τι μπορούσατε Γιώργηδες, αυτό που δεν μπορεί να κάνει κανείς άλλος ένστολος ή μη στην Ελλάδα, πονάει πολύ το ξέρω, τραβάτε για μπάνιο και ύπνο». Δεν πρόλαβαν να πάρουν τις κάσκες τους στα χέρια όταν ο ασύρματος ούρλιαξε. «Βοήθεια. Είμαι ο κυβερνήτης του αεροναυαγοσωστικού Α (σημ: μικρό περιπολικό σκάφος). βρισκόμαστε βορειοανατολικά της Κύθνου, μπάζουμε νερά, δεν έχουμε πηδάλιο, χανόμαστε, βοηθήστε όποιος ακούει»
Πιάνω το τηλέφωνο. «Τον Διευθυντή Επιχειρήσεων» «Έλα, τι έχουμε;» «Κύριε Διευθυντά στη συχνότητα ανάγκης έχω το τραμπάκουλο το αεροναυαγοσωστικό που λέει το και το. Βορειοανατολικά της Κύθνου.» «Τώρα μάλιστα, στέλνω και το άλλο αντιτορπιλικό κατά κει αλλά θα κάνει ώρες να πάει, μπορείτε να πετάξετε να μας πείτε πού ακριβώς είναι;»
«Ξέρετε ο καιρός είναι πολύ έξω από τα όρια των κανονισμών…» ξεκίνησα να λέω όταν ο ασύρματος άρχισε πάλι να τσιρίζει «για όνομα του Θεού, θα πνιγούμε όλοι, δεν ταξιδεύεται το σκάφος, βοηθείστε όποιος ακούει» «αλλά τα δικά μας όρια είναι ακόμη ανοιχτά. Θα προσπαθήσουμε τουλάχιστον» συμπλήρωσα. «Εντάξει Κ, βγάζω τη διαταγή, ο Αρχηγός ανησύχησε πολύ με την προηγούμενη πτήση αλλά θα τον πείσω».
Οι δυο έμπειροι χειριστές, μουσκεμένοι με κοιτούσαν. Οι δυο νεότεροι, αυτοί που είχαν βάρδια χθες, επίσης. Ο παλιότερος ο Γιώργης με κοίταζε μιλώντας με τα μάτια «μην κάνετε αυτό που σκέφτεστε, πέστε να πάω εγώ». Βομβαρδισμός στο κουρασμένο μου μυαλό. Είμαι ο παλιότερος και εμπειρότερος. Ο δάσκαλος και των τεσσάρων. Που τους έμαθα να μην παίζουν με τη ζωή των άλλων όταν δεν είναι εκατό τα εκατό υγιείς. Και ξέρουν ότι έχω πυρετό. Οι δυο Γιώργηδες έχουν εξαντληθεί. Και οι νεότεροι; Ο Άρης, αξιολογήθηκε για κυβερνήτης την περασμένη εβδομάδα. Και ο Κώστας συγκυβερνήτης πριν ένα μήνα. Και τους δυο τους «ξετίναξα» πριν να τους αξιολογήσω. Και οι δυο με το ίδιο με μένα πάθος για τα Ελικόπτερα. Αλλά είναι άπειροι.
«Ετοιμάστε το ελικόπτερο» λέω στους μηχανικούς. Κοιτάω τον Γιώργη. Μου γνέφει «όχι μη τους στείλετε». Κοιτάω τον Άρη. Το μάτι του γυαλίζει. Η σκέψη του ολοφάνερη «σας παρακαλώ, εμπιστευθείτε μας».
«Άρης, Κώστας, ορμάτε και τσεκ στον ασύρματο κάθε 15 λεπτά. Οι καταιγίδες φαίνονται στο ραντάρ του ελικοπτέρου, κρατηθείτε μακριά τους. Παίρνετε τον Χρήστο μαζί σας που δεν έχει βάρδια αλλά είναι ο εμπειρότερος στο ραντάρ».
Οι χειριστές χάνονται στο σκοτάδι της πίστας και σε λίγο ο θόρυβος από το ελικόπτερο σιγά σιγά σβήνει κι αυτός μέσα στην άβυσσο της ομίχλης και της καταρρακτώδους βροχής. «Ίσα που το είδα στον διάδρομο» μας λέει ο Πύργος.
Πιάνω το μιλητήρι και καθησυχάζω τον κυβερνήτη του μικρού πλοίου που ήταν σε απόγνωση. «Κρατηθείτε με ψυχραιμία, ένα ελικόπτερο έρχεται να σας βρει και ένα αντιτορπιλικό ξεκίνησε για να σας βοηθήσει. Αγάντα καπετάνιε και δώσε κουράγιο στο πλήρωμα.»
Τι νύχτα κι αυτή, σκέφτομαι. «Έλα πάπα νοβέμπερ 24, έλεγχος επαφής» «Δυνατά καθαρά το 24» «Πώς πάτε;» «Της πουτάνας γίνεται, πηγαίνουμε ελίγδην για να αποφεύγουμε τις καταιγίδες αλλά μερικές φαίνεται μας αγάπησαν και μας ακολουθούν!» Καλαμπουρτζής και ο Άρης, μάλλον το άγχος του έπνιγε έτσι.
Πέρασε μιάμιση ώρα και το 24 κάθε 15 λεπτά ανέφερε τη θέση του και τις συνθήκες πτήσης από «άθλιες», «εξωπραγματικές», «κόλαση». «Το βρήκαμε» φωνάζει ο Άρης ξαφνικά, «είναι δεκαπέντε μίλια νοτιοδυτικά της Κύθνου, όχι βορειοανατολικά όπως λέει, μάλλον τα ‘χει χάσει, φυσιολογικό είναι με τέτοιο κωλόκαιρο» «ΟΚ να αναφέρεις τη θέση του στο αντιτορπιλικό που περνάει τώρα το Σούνιο και ξεκίνα για πίσω, με προσοχή» «Ελήφθη κατενοήθη από 24, άντε να δούμε γιατί στο ραντάρ είμαστε περικυκλωμένοι από καταιγίδες και ο Χρήστος με το ραντάρ μας πάει σλάλομ..» «μη ξεχνάς, κάθε 15 λεπτά αναφορά».
Είκοσι λεπτά μετά, το ελικόπτερο 24 δεν είχε αναφέρει.
«24 η Βάση μ’ ακούς;» Σιωπή.
Δέκα λεπτά αργότερα «24 η Βάση μ’ ακούς;» Σιωπή.
Πέντε λεπτά μετά «Άρη, μ’ ακούς γαμώ τον Αντίχριστό μου;» Σιωπή. Βροντερή.
Ο Γιώργης –σιγά μην είχαν πάει για ύπνο- με κοιτούσε σχεδόν απελπισμένα. Μου λεγε σιωπηλός «στα ‘λεγα εγώ, μην τους στείλεις». Απέφυγα το βλέμμα του.
«Άρη, αν μ ‘ακούς κάνε κλικ στο χειριστήριο». Σιωπή.
«Ετοιμάστε το 21» φωνάζω στους μηχανικούς. Πύργος, πάρε το ΓΕΝ και πες τους ότι χάσαμε την επαφή με το 24 και σηκωνόμαστε για την περιοχή. Γιώργη, άλλαξε φόρμα και φύγαμε οι δυο μας.»
Χίλιες εικόνες, καθόλου όμορφες στροβιλίζονταν στο καυτό από τον πυρετό μυαλό μου. Αυτοί, τα παιδιά μου, δεν φταίνε. Εγώ φταίω ο μαλάκας που τους άφησα να πάνε, αλλά και το παιδάκι, το καράβι, ο απελπισμένος καπετάνιος, η γυναίκα του Άρη, τα παιδιά τους, αλλά όχι ρε γαμώ το, δεν μπορεί, κι οι δυο είναι σπάνια πάστα χειριστών, ναι αλλά είναι άπειροι ηλίθιε, συγκεντρώσου τώρα σ’ αυτό που πας να κάνεις. Βγαίνοντας στο σκοτάδι, μια ακόμη καταιγίδα ξεσπούσε στη Βάση και μέσα στην ομίχλη ο ταλαίπωρος μηχανικός κρατούσε με όλη του τη δύναμη το στροφείο μη το τινάξει ο αέρας και πάθει ζημιά. Ο Γιώργης χώθηκε βιαστικά στη θέση του συγκυβερνήτη κι αρχίσαμε να δένουμε τις ζώνες μας.
Έκανα σήμα στον μηχανικό ότι είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε τον κινητήρα όταν κάποιος κτύπησε το τζάμι της πόρτας. «Μας πήραν από το Ελληνικό, η Αθήνα ακούει το 24, εμείς δεν το ακούμε γιατί παρεμβάλλονται οι καταιγίδες, είναι στο Πόρτο Ράφτη και σε δέκα λεπτά προσγειώνεται εδώ.
Κατέβηκα και σαν ρομπότ ξαναμπήκα στον Θάλαμο επιχειρήσεων. Σε λίγο ακούστηκε ο γλυκύτερος ήχος που είχα ακούσει μέχρι τότε. Το 24 προσγειωνόταν.
Τους έβαλα όλους όσους είχαν βάρδια σε δυο σειρές και όταν οι δύο χειριστές έκαναν να μπουν μέσα, υπέστησαν το ρωσικό μαρτύριο με απανωτές σφαλιάρες. Έτσι για να ηρεμήσουμε.
Ο Άρης ενημέρωσε για την πτήση. Μιλήσαμε με το ΓΕΝ και μας είπαν ότι το αντιτορπιλικό μιλάει με το μικρό περιπολικό, όλα ΟΚ. Όλα; Τίποτα δεν ήταν ΟΚ. Το μυαλό μας δεν χωρούσε την προηγούμενη τραγωδία και κανείς δεν είχε όρεξη για πανηγύρια. Πήγε τρεις και κάτι (μετά τα μεσάνυχτα) όταν είπα σ’ όσους δεν είχαν βάρδια να πάνε για ύπνο. Σηκωθήκαμε όλοι αμίλητοι και φεύγαμε όταν πάλι κτύπησε το τηλέφωνο του ΓΕΝ. Τι έγινε πάλι γαμώ την ατυχία μας, άκουσα κάποιον απ’ την πόρτα. Ο άλλος Γιώργης ξανασηκώνει το τηλέφωνο, ακούει σιωπηλός και το πρόσωπό του αυτή τη φορά φωτίζεται. «ΤΟΥΣ ΒΡΗΚΑΝ» φωνάζει. «Βρήκαν τη μάνα και τον γιο αγκαλιά, ο ύπαρχος του αντιτορπιλικού έπεσε στη θάλασσα  και τους μάζεψε, είναι πάνω στο καράβι τώρα και τους περιποιείται ο γιατρός». (σημ: Πρώτος στη θάλασσα έπεσε ο Σημαιοφόρος Μ.Γατζούνης και μαζί του ο δίοπος Λάζαρος Μπρέσκας όπως διευκρινίστηκε αργότερα)*.  Πανηγύρι. Δεν μπορώ να βρω τις λέξεις για να εκφράσω τα νιώσματα όλων εκείνη τη στιγμή. Για πότε βρέθηκαν μπύρες, μπισκότα, σάντουιτς και λοιπά καλούδια για γιορτή κατά πώς πρέπει μετά την πάλη με τον θάνατο…
Πέντε και κάτι. Ακόμα κι οι καταιγίδες καταλάγιασαν. Μόνο μια ψιλή βροχή, σαν εκείνες τις πένθιμες της Μεγάλης Παρασκευής στον Επιτάφιο, εξακολουθούσε να πέφτει ενοχλητική. Όλοι πήγαν για ύπνο. Έπιασα το τηλέφωνο και ζήτησα τον Διευθυντή Επιχειρήσεων του ΓΕΝ.
«Κύριε Πλοίαρχε, έχουμε τίποτ’ άλλο; Έστειλα τον κόσμο για ύπνο γιατί ξεπατώθηκαν» «¨Όχι, και μπράβο σ’ όλους σας. Αλλά θα σας στενοχωρήσω» μου λέει. «Πριν από πέντε λεπτά μου ανέφερε το αντιτορπιλικό ότι ο πεντάχρονος πέθανε από υποθερμία παρά τις προσπάθειες του γιατρού. Έμεινε βλέπεις πάνω από έξη ώρες στα κύματα χώρια την προηγούμενη ταλαιπωρία.»
Έκλεισα το τηλέφωνο. Σύρθηκα στο Φιεστάκι μου και χάιδεψα το τιμόνι. «Πήγαινέ με σπίτι, γρήγορα σε παρακαλώ.» του είπα.
Ξημέρωνε καθώς γύριζα το κλειδί στην πόρτα του σπιτιού. Η Νανά ήταν όρθια και με κοιτούσε. Σαν να ήξερε. Έτρεξα στο κρεβάτι του γιου μου και τον άρπαξα στην αγκαλιά μου. Τον έσφιγγα όσο μ’ έσφιγγε ο κόμπος στον λαιμό.
Και δεν ήταν ο γιος μου αυτός που έσφιγγα… Γιατί ρε γαμώ το….

* Σημ: Οι διασώστες από το αντιτορπιλικό ΑΣΠΙΣ, Σημαιοφόρος Μ.Γατζούνης και Δίοπος Λ.Μπρέσκας τιμήθηκαν από το Π.Ν. καιτην Ακαδημία Αθηνών για «πράξη αυτοθυσίας» στις 29-12-1989.

ΣΧΟΛΙΑ

At Wed Nov 15, 08:50:00 PM, Blogger άστεγος said…Δεν έχω λόγια…Νιώθω ντροπή και σεβασμό μπροστά στους πραγματικούς Ήρωες!
At Wed Nov 15, 09:23:00 PM, Anonymous deProfundis said…συναρπαστικά ανθρώπινο, και καλογραμμένο.
At Wed Nov 15, 09:38:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Αντώνιε άστεγε, συγκρατήσου. Πρόθεσή μου ήταν η καταγραφή της εναλλαγής των συναισθημάτων, το τι και πώς αποφασίζουμε, το θαύμα της ζωής (ο πιτσιρίκος στην αγκαλιά της μάνας του ζέσταινε την κοιλιά της για να ζήσει το αδερφάκι του…) Μη μου προκαλείς αμηχανία με τόσο καλά λόγια για τα οποία σ’ ευχαριστώ και εκ μέρους τους.
deprofundis, όπως λέω και στην κόρη μου, γράφε την αλήθεια σου και θα αγγίξεις αυτούς που τη διαβάζουν. Τα πράγματα έγιναν ΕΤΣΙ ΑΚΡΙΒΩΣ. Και το Φιεστάκι υπάρχει ακόμη…:)
At Wed Nov 15, 11:35:00 PM, Blogger OldSkipper said…Τοχω ξαναγραψει στο μπλογκ μου σε ανυποπτο χρονο – αν θυμαμαι καλα πριν σε συναντησω εδω στην μπλογκοσφαιρα. Η ελληνικη ακτοφυλακη είναι η καλυτερη απο αυτες που εχω γνωρισει (και ειναι αρκετες). Οχι οτι οι αλλες πανε πισω – θελει μεγαλη παλληκαρια να βαλεις την ζωη σου μπροστα απο τις ζωες αυτων που κινδυνευουν (συχνα απο απρονοησια η απειρια τους). Οποιος καταφερνει κατι τετοιο εχει την απεριοριστη εκτιμηση μου – ασχετως χωρας και ακτης.Πριν 2 χρονια ειχε γινει ενα παρομοιο ατυχημα στην Βισκαγια. Εξι μερες τους ψαχνανε μεσα στην θυελλα (4 ενηλικες, 1 παιδι). Τελικα σωθηκαν ολοι.
Υ.Γ. Εχεις δικιο. Απο τις εμπειριες που σημαδευουν μια ζωη. Παντα ηξερα οτι εισαι ομορφος.
At Wed Nov 15, 11:35:00 PM, Blogger Krotkaya said…Το περίφημο γνωστό Φιεστάκι; Που τώρα κάνει βόλτες με το γιο στα μπαρ της Θεσσαλονίκης; Που ξεμένει μες τα άγρια μεσάνυχτα και τρέχει ο Ημίαιμος να το μαζέψει;Τι να σου πω, αφού έχεις καταφέρει να αφήσεις κι εμένα άφωνη…
At Wed Nov 15, 11:45:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Καπετάνιο μου η Ακτοφυλακή αυτή είναι το Πολεμικό Ναυτικό… και ΔΕΝ ΗΤΑΝ η δουλειά μας αυτή. Την κάναμε γιατί οι άλλοι, οι παχυλώς αμειβόμενοι δεν ρίσκαραν την παχυλή αμειβή τους…
Κροτκάγια μου, ναι αυτό το Φιεστάκι. Με κάτι τέτοιες στιγμές -κι ήταν πολλές γαμώ το- δέθηκα μαζί του και λέω να μείνουμε μαζί μέχρι το τέλος.
At Thu Nov 16, 12:30:00 AM, Blogger OldSkipper said…Καπετανιε εισαι σωστος φυσικα. Εκανα την συγκριση με τους αλλους και επειδη εκεινοι ειναι ακτοφυλακη, ανεφερα και τους ελληνες σαν ακτοφυλακη.Δεν θελω να χαλασω τον ομορφο, συναισθηματικο χαρακτηρα του ποστ με τεχνικες διευκρινησεις. Γνωριζω οτι εσυ ΔΕΝ ησουν στην ακτοφυλακη (ημαρτον).
Υ.Γ. για αμοιβες στην Ελλαδα δεν ξερω τιποτα. Για καμμια κατηγορια επαγγελματιων.
Υ.Υ.Γ. πριν 3 βδομαδες αναγκάστηκα να αποσυρω το αγαπημενο μου αυτοκινητο. :-(Ξεμεινε παντελως – κανεις δεν μπορουσε να το φτιαξει. Με αυτο εμεινα μεχρι το τελος, οπως μενεις εσυ με το Φιεστακι.
At Thu Nov 16, 12:45:00 AM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Καπετάνιο μου, αν δεν ταιριάζαμε δεν θα συμπεθεριάζαμε… Για πληροφόρηση σου τα είπα μια και ζείς μακριά μας. Σε χαίρομαι πάντοτε. 🙂
At Thu Nov 16, 02:46:00 AM, Blogger Composition Doll said…Τι να πω εγώ? Πως σε θαυμάζω? Αυτό το ξέρεις. Πως σ’ αγαπάω? Αυτό το ξέρεις καλύτερα. Πως σε καμαρώνω? Ναι. Αυτό θα πω.(όταν είδα το ποστ στο μόνιτορ, και μέρες που είναι, σκέφτηκα πως θα μας έλεγες την άλλη ιστορία, ξέρεις ποιά, εκείνη με το καράβι που έφυγε μιαν άνοιξη και πήγε στο Φιουμιτσίνο).
At Thu Nov 16, 08:40:00 AM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Νίνα μου ένα μεγάλο φιλί. Κοκκινισμένος, όχι από τον πυρετό αυτή τη φορά…Εκείνη την ιστορία τον Μάιο. Για τη συγκυρία είπα ν’ ανεβάσω την ταπεινή μου άποψη αλλά μετά σκέφτηκα να μη στενοχωρήσω κάτι συνδικαλιστές που …αγαπάω. :)Υ.Γ. Έχεις mail
At Thu Nov 16, 08:46:00 AM, Blogger Μαύρο πρόβατο said…Συγκλονιστική! Τόσες φορές, τόσο πολύ, τα πάνω κάτω… Τόσο επιτακτικές και δύσκολες οι επιλογές… Τέτοιοι αφοσιωμένοι μαχητές, έτοιμοι να πέσετε στη θύελλα, όλοι οι ιπτάμενοι του ΠΝ…Διάβαζα μια-μια φράση από τρείς φορές, για να μη χάσω ούτε λέξη, συνεπαρμένος διπλά, αφού επρόκειτο για (αληθινά) γεγονότα!
At Thu Nov 16, 08:59:00 AM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Μαυροπρόβατε αυτό το πάνω-κάτω ήθελα να φανεί αλλά με κυρίεψε το συναίσθημα (δεν είμαι δα και λογοτέχνης). Όλα τα πρόσωπα, όλες οι λεπτομέρειες, όλες οι διαδικασίες είναι όπως ακριβώς συνέβησαν πριν από δεκαπέντε χρόνια. Χτες δηλαδή…
At Thu Nov 16, 09:26:00 AM, Blogger Σχολιαστής said…Απίστευτη ιστορία. Μεταφέρθηκε στο «χαρτί» με πολύ διαβαστερό τρόπο. Μπράβο.
At Thu Nov 16, 12:03:00 PM, Blogger αλκιμήδη said…συγκλονίστηκαπολύ σκληρή ιστορία, δυσκολεύτηκα πολύ να τη διαβάσω, έκλαιγα με λυγμούς, μάνα κι εγώ, έλπιζα σε τέλος καλό.Η σκέψη μου σε αυτή τη μάνα, ελπίζω να χαίρεται το άλλο παιδί της χωρίς ενοχές.
At Thu Nov 16, 02:46:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said… Φίλε Σχολιαστή, μία από τις πολλές… που μ’ άσπρισαν, που μου ‘δειξαν τον δρόμο…
Τρυφερή Αλκιμήδη, ο μικρός πήρε το όνομα του χαμένου αδερφού του. Είναι 15 χρονών παλληκαράκι.
At Thu Nov 16, 03:28:00 PM, Anonymous Anonymous said…Καπετάνιο, Θα ξέρεις σίγουρα τον επίσης καπετάνιο και επίσης συγγραφέα Τζώρτζη Μαράτο. Αν όχι, ψάξε τον. Γράφει σαν κι εσένα ή εσύ γράφεις σαν κι αυτόν. Με την αλμύρα να πετάγεται από τις σελίδες. Αλλά αναφέρεται σε άλλες εποχές και αποκλείεται να αγαπάει τη Βάλια Κάλντα…
At Thu Nov 16, 06:42:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Ανώνυμε, ενδιαφέρουσες οι παραπομπές σου. Ναι, τον ξέρω (τον είδα και σε μια πολύ ενδιαφέρουσα παρουσία στην TV), λυπάμαι που οι μνήμες του, εκτός θάλασσας, γίνονται επιχειρήματα σε άκαπνους φανατικούς ένθεν και ένθεν για να διασταυρώνουν τα πλαστικά ξίφη τους… Είμαι σίγουρος ότι θα λάτρευε τη Βάλια Κάλντα αν τη γνώριζε!
At Thu Nov 16, 07:09:00 PM, Anonymous Anonymous said… Αναφέρομαι, καπετάνιο, στα δύο πρώτα βιβλία του, τα θαλασσινά, τον «Λαθρεπιβάτη Ιωαννη Μεταξά» και το «Απαγορευτικό απόπλου» ή κάπως έτσι. Το τρίτο, για τον πατέρα του, με συγκίνησε (κι ας είμαι ιδεολογικά αντίθετος και με το σχωρεμένο και με αυτούς που τον έφαγαν), καθώς ήξερα το δρόμο που έχει πάρει το όνομα του σχωρεμένου αλλά δεν ήξερα το γιατί. Ας μην δίνομε σημασία στους φανατίλες οι οποίοι είναι εξορισμού άκαπνοι. Γιατί αν είχαν καπνιστεί ή θα ‘χαν πάψει να είναι φανατίλες ή θα ‘χαν πάψει να είναι γενικότερα.Τα ναυτικά του ενθυμήματα είναι πρώτο πράγμα. Και για μας τους βουνίσιους είναι ένας άλλος κόσμος.
At Thu Nov 16, 07:24:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Σωστά. Μόνο ν’ αποτολμήσω να επιφυλαχθώ σε σχέση μ’ αυτά τα «ιδεολογικά αντίθετος» κλπ γιατί οι ταλαίπωροι εκείνης της εποχής τάσσονταν στα «απ’ εκεί κι από την άλλη στρατόπεδα» με παραμέτρους πόρρω απέχουσες των ιδεολογιών, τις περισσότερες φορές,δε, συμπτωματικά…Ευχαριστώ για την αξιόλογη επισήμανση. Κι έχεις δίκιο. Τα ναυτικά του είναι «πρώτο πράγμα» 🙂
ΥΓ Έμαθα, τελευταία, ότι το σόι μου κατάγεται από το Πετροβούνι στα Τζουμέρκα. Λες να φταίει το DNA για την αγάπη μου στο βουνό;
At Thu Nov 16, 07:55:00 PM, Anonymous Anonymous said…Μπα, το DNA μόνο για την όρθια στάση ευθύνεται! Μάλλον το μάτι ικανοποιείται με τα βουνά γιατί θέλει να βλέπει πράγματα. Αλλωστε, στο βουνό βρίσκεις ακόμα κι αυτά που δεν ψάχνεις, όπως εγώ που ξαφνικά έπαψαν να βουίζουν τα αυτιά μου, κάτι που είχε να συμβεί 20 χρόνια.Ή απλά το μάτι έπηξε από θάλασσα, είπε «ευχαριστώ, αρκετά είχα» και πήρε τα βουνά μέχρι εκεί που δεν αναγνωρίζουν το κουπί και το λένε φτυάρι.
ΥΓ1 Συμφωνώ για τα κριτήρια ένταξης της εποχής εκείνης.
ΥΓ2 Είχα μιλήσει κάποτε με τον καπτα-Τζώρτζη στο τηλέφωνο και πάνε-κάνα δυό χρόνια που ντρέπομαι να τον πάρω, μην διαπιστώσω ότι παραγέρασε…
At Thu Nov 16, 10:21:00 PM, Anonymous mpampakis said…Τι να πω βρε αδερφέ… Υποκλίνομαι απλώς.Καλό βράδυ.
At Thu Nov 16, 11:22:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Αγάντα φίλε μου. Η ζωή ευτυχώς και δυστυχώς συνεχίζεται…
At Fri Nov 17, 02:30:00 PM, Blogger panagiota said…Εντελως τυχαια μπηκα στο μπλογκ σας κι επεσα επανω στην συγκλονιστικη σας ιστορια.Δεν ντρεπομαι να πω πως εκλαψα,γιατι εφερα τον εαυτο μου στη θεση αυτης της μανας(εγινα μανα μια μονο φορα, με πολυ κοπο)και καταλαβα την απογνωση της εκεινες τις στιγμες.Ως ανθρωποι κανατε το δυνατον καλυτερο,ξεπερνωντας και τα ορια σας.Μετα…….ανελαβε ο Θεος!Ουτε ο χειροτερος ανθρωπος δεν πρεπει να ζησει κατι τετοιο…..
At Fri Nov 17, 02:36:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said… Panagiota, κι εγώ βουρκώνω ακόμα και μετά από δεκαπέντε χρόνια…
At Fri Nov 17, 07:23:00 PM, Blogger panagiota said…Να θεωρειτε ευτυχισμενο τον εαυτο σας ,που μπορειτε να βουρκωνετε ακομα για γεγονοτα που αναστατωσαν τα ανθρωπινα συναισθηματα σας.Αν και λενε,πως οι»θαλασσινοι»ειναι»κακοτραχαλοι»πιστευω οτι εχουν απαλη ψυχη,σαν τον αφρο της θαλασσας.Και το λεω αυτο,γιατι ειχα την τιμη,να με κανουν φιλη τους(πριν απο 8 χρονια)δυο υπεροχοι ανθρωποι του Π.Ν.Και τους ειδα και αυτους να βουρκωνουν… σε καποιες προσωπικες τους αναμνησεις……
At Fri Nov 17, 10:20:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Να ‘σαι καλά Παναγιώτα.
At Fri Nov 17, 10:59:00 PM, Blogger ATHENA said…ΑΞΙΟΙ!!! ΚΑΙ Α Ν Τ Ρ Ε ΣΚΙ ΕΓΩ ΜΑΜΑ, ΚΙ ΕΓΩ ΠΛΑΝΤΑΞΑ ΣΤΟ ΚΛΑΜΑ.ΑΞΙΟΣ ΚΑΙ ΩΣ ΓΡΑΦΙΑΣ ΗΜΙΑΙΜΕ!)))
At Wed Nov 22, 09:31:00 PM, Blogger Τυπος Νυχτερινος said…Να ‘σαι καλά ημίαιμε…Να ‘σαι καλά.Τώρα σε διάβασα. Μου ζέστανες την ψυχή και το είχα ανάγκη.Γεμάτη ψυχή, γεμάτη ζωή, κι αυτό ξεχειλίζει από κάθε σου λέξη… τι θα πει δα, λογοτέχνης; Το σεβασμό και τις καλησπέρες μου.
At Wed Nov 22, 09:33:00 PM, Blogger Ημίαιμος-Imiaimos said…Πολλές πολλές καλησπέρες. Και καλωσόρισες 🙂
At Thu Nov 23, 04:24:00 AM, Blogger manosantonaros said…Μπααα, εγώ ούτε πλάνταξα στο κλάμα, ούτε συγκινήθηκα… Μου άρεσε πολύ το γράψιμό σου Ναυαρχε. Το ρούφηξα… έλεγα «ας έχει ακόμα λίγο!»…Οχι, δεν είμαι σκληρός, ούτε αναίσθητος, αλλά αγαπητοί bloggers εσείς μπορεί να τον ξέρετε τον Ημίαιμο, σαν blogo-συνάδελφο, σαν γραφιά, σαν επαναστάτη, σαν λέξεις την μία πίσω και μπρος από την άλλη…Ομως εγώ με αυτον τον τύπο,έχω κάτσει μερικούς μήνες στην γέφυρα ενός πολεμικού… μπορεί να λουφάρισα… αλλά έχω τραβήξει μαζί του κάτι τξίδια στον Αμβρακικό με τις καταιγίδες να κάνουν πάρτι γύρω μας…. (Ας μην λέω ξανά τα ίδια)…Εντυπωσιάστηκα λοιπόν (μου σηκώθηκε η τρίχα) με πόση ζωντάνια, αλλά και αλήθεια, μετέφερε τους διαλόγους στο πληκτρολόγιο… είναι τόσο πολεμικ0-ναυτικοί, όσο δεν φαντάζεστε… Μου άρεσε πολύ και η περιγραφή της ατμόσφαιρας στον θάλαμο επιχειρήσεων.Ο Ημίαιμος ήταν παλλικαράκι όταν τον γνωρισα… Εγραψα ενα ποστ για εκείνον, πριν απο μερικές μέρες. Ηταν κάτι σαν αναμνήσεις… Αλήθεια τον είχα ξεχωρίσει… σήμερα διαβάζοντας τον κατάλαβα ότι σωστά τον είχα ξεχωρίσει… Κάτω από την αλμύρα του δέρματός του, ήταν από τότε φανερή η πουτάνα η πηγή της δροσερής του τρυφεράδας.Είναι τρομερό να παρακολουθείς αυτον τον αγέρωχο άνδρα, να του ξεφεύγει στο γράψιμο, πού και πού το μελό… είναι πραγματικά υπέροχο…
Τα σέβη μου Κωστή.(Και αν σε ενδιαφέρει την ευαισθησία σου, δεν περίμενα αυτο το κείμενο για να την δώ. Την είχα δει σε ένα πανικόβλητο mail, που μου’χες στείλε, όταν νόμισες ότι έκανες γκάφα.)Α, και μην απαντήσεις Ναυαρχε, με τίποτα απ’ αυτά τα ξυνά που λες, για ευχαριστώ και τέτοια… Παρ’το έτσι όπως στο δίνουμε όλοι…Είσαι αριστοκράτης Ζορμπάς, αλλά μάλλον δεν το ξέρεις (πάρε και συ μια ανάλυση να σου βρίσκεται)Να’σαι καλά εσύ και η οικογένεια σου.
At Wed Nov 28, 12:29:00 AM, Blogger island said…Έχω να πω πολλά φίλε μου αλλά δεν βγαίνει τίποτα.Συγχώρα με.Κάποια άλλη στιγμή όταν θα καλμάρει η καταιγίδα
At Thu Mar 04, 06:36:00 PM, Anonymous Anonymous said…κωστης…ο ανθρωπος που με βοηθησε στη σταδιοδρομια μου ως υπαξ/κος στα υποβρυχια και που με τον τροπο του με οδηγησε να κανω παντα το σωστο και τιμιο….Σ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΟΛΑ….ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΤΑΡ…..
At Sun Mar 14, 04:22:00 PM, Anonymous Anonymous said… Δεν έχω να πω τίποτα πέρα απο αυτό:Σεβασμός.Τιμή σε τέτοιους ανθρώπους κι όσοι τυχαίνει να τους βρίσκουμε στο δρόμο μας ,ας μαθαίνουμε απο αυτούς.Να είστε καλά!M.Z
At Thu Feb 02, 03:19:00 PM, Anonymous manolis@metakomisi.gr said…Πετυχα το κειμενο στο ενκρυπτω, εχω μεινει αφωνος και βουρκωμενος , δεν μπορω να καταλαβω πως αυτη η χωρα μας με τετοιους ανθρωπους, ανεχεται αυτους τους αναξιους που την κυβερνουν. Το »21» συναντησε ολους οσους προστρεξε να σωσει τοσα χρονια, αλλα δεν καταφερε… Ειχε και τα 3 παληκαρια μεσα για θυσια…Απιστευτο κειμενο, χρειαζομαστε και αλλα τετοια παραδειγματα, μεταφερατε μας την ιστορια σας καπετανιε…
At Thu Feb 02, 08:36:00 PM, Blogger SOT SOT said…Τα είπανε όσα όσα είχανε και δικαίως να πούνε. Οτιδήποτε επιπλέον πλατειασμός. Εύγε και να ‘σαι καλά.ΥΓ Πάνω στον ίδιο φόντο είχαμε το ατύχημα της Τ/Α ΗΝΙΟΧΟΣ, στη ν. Δωρούσα, που νύχτα και με φθινοπωρινό μπουρίνι του 1968 έψαχνε να εντοπίσει ερασιτέχνες ψαράδες που είχαν χαθεί(;) με κυβερνήτη τον θαυμάσιο ναύτη Ν.Μπέτση, σήμερα συγχωρεμένος. Γνωρίζει κάποιος εάν έχει γραφτεί κάτι παρόμοιο γι’ αυτή την περίπτωση. Θα με ενδιέφερε να μάθω. Είχα συνυπηρετήσει με τον Νικολάκη και είχα εκτιμήσει τη ναυτοσύνη του.

21 comments on “Αληθινή ιστορία

  1. Ο/Η giorgosM λέει:

    Aυτό το «Ε/Π μη φεύγεις» ακόμα με στοιχειώνει.

  2. Ο/Η klafsigelos λέει:

    Κατανοητό Γιώργη… αλλά χωρίς ενοχές… Τώρα, στα χρόνια της αναπόλησης, αναρωτιέμαι πού βρίσκαμε τη δύναμη να κάνουμε ό,τι κάναμε…

  3. Ο/Η john λέει:

    Επειδη ημουν και εγω στο Α/Τ ΑΣΠΙΣ (Σημαιοφόρος) οταν σωσαμε την κυρια (κρατουσε το νεκρο παιδι στην αγκαλια της και ηταν σε κατασταση προχωρημενης εγκυμοσυνης) να κανω μια διορθωση: Σημαιοφορος επεσε για να τη σωσει και να την ανεβασει στο καραβι και μετα ακολουθησε ενας υπαξιωματικος με σωσιβιο….
    Το παιδι που γεννηθηκε αργοτερα το βαφτισε ο διασωστης και ουσιαστικά το πληρωμα του Α/Τ ΑΣΠΙΣ…Ηταν Οκτωβρης του 88 και βρισκομαστα σε ασκηση Παρμενιων….

    • Ο/Η klafsigelos λέει:

      Αγαπητέ John, ευχαριστώ για τη διόρθωση. Τα στοιχεία που εγώ κατέγραψα προέκυπταν από τις τότε σκόρπιες πληροφορίες. Αν γνωρίζεις τα ονόματα, παρακαλώ πές τα για να διορθώσω και το κείμενο.

      • Ο/Η john λέει:

        Σημαιοφορος Μιχάλης Γατζουνης – Διοπος Λάμπρος Μπρεσκας
        τιμηθηκαν αργοτερα και απο την Ακαδημια Αθηνων, περα απο το Π.Ν.

  4. Ο/Η john λέει:

    Οι δικες μας αναμνησες απο το Α/Τ ΑΣΠΙΣ …ως πλοιο διασωσης …..
    Παλευαμε με τα κυματα ωρες ολοκληρες και ο Κυβερνητης να πορσευχεται στον ΑΙ Νικόλα, παραλληλα δε «γαμωσταυριζε » τον θαλαμο επιχειρησεων του ΓΕΝ, φοβουμενος πως θα χασει πλοιο και πληρωμα….Τα κυματα ηταν τοσο τεραστια, που οταν ειδαμε για 1η φορα τη χαροκαμμμενη μανα (με το παιδιακι αγκαλια) ακουσαμε μια ψυχραιμη φωνη να μας παροτρυνει να μην πλησιασουμε πολυ κοντα, γιατι θα την παρασερναν τα απονερα και μετα την ξαναχασαμε για καν 3λεπτο….Οταν την ανεβασαμε μας ειπε πως το παιδί της ειχε πνιγει κανα 4ωρο πριν, αλλα αυτη το κρατουσε συνεχως στην αγκαλία της και του μιλουσε…..
    Επίσης θυμαμαι , ως Ν.Επιμελητης του Α.Τ ΑΣΠΙΣ, πως μετα τη διασωση δεν ειχε μεινει τιποτε-ενεκα της κακοραιας- ορθιο στο καραβι. Ολα τα ειδη απογραφης ειχαν καταστραφει ενω οι ψυκτικες και οι τροφαποθηκες ειχαν πλημμυρίσει ….τρωγαμε μονο γαλεττες πρωι-μεσημερι-βραδυ μεχρι να γυρισουμε στο Ναυσταθμο….

  5. Ο/Η klafsigelos λέει:

    έτρωγε γαλέτες και ο Πάγκαλος μαζί σας ε; 😦

  6. Ο/Η markopoulou georgia λέει:

    ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΟΥΤΗΞΑΝ ΚΑΙ ΜΕ ΕΒΓΑΛΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΑΤΖΟΥΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΖΑΡΟΣ ΜΠΡΕΣΚΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΥΓΝΩΜΟΝΩ ΣΕ ΟΛΗ ΜΟΥ ΤΗΝ ΖΩΗ.

  7. Ο/Η Τραχάνης Νάσοος λέει:

    Μπράβο ρε Λεβέντες και πάλι Μπράβο…. ! Εχω δυο μικρά παιδια… δάκρυσα παναθεμά σας….!

  8. Ο/Η markopoulou georgia λέει:

    Επιτέλους μετά από 23 χρόνια μαθαίνω την ιστορία εκ των εσω. Στις 4 Οκτώβριου του 89 ξεκινήσαμε από το Μπατσί της Άνδρου με απόλυτη απνοια. Γυρω στις 12 ενώ κοντεύαμε το Κάβο Ντόρο ξεκίνησε άγρια θαλασσοταραχή πιστεύοντας ότι είναι του κάβου και θα κόψει συνεχίσαμε για το λιμάνι των Πετριών ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ. Ο καιρός δυνάμωνε απειλητικά γοργά. Περίπου στις 5 το απόγευμα ο μπαμπάς μου, που ήταν ο άτρωτος θεός μου, έχοντας μαυρίσει το πρόσωπο του για πρώτη φορά στην ζωή του, με αγωνία και φόβο, μου ζητά να καλέσω βοήθεια. Μέσω του ασύρματου έχοντας gps, plotter και radar δίνω το ακριβές στίγμα. Κάποια στιγμή φάνηκε το ελικόπτερο του πολεμικού ναυτικού . Μου είπαν να πέσω στην θάλασσα, να δεθώ με το σχοινί και να με τραβήξουν, και στην συνέχεια η μαμά μου με το παιδί αγκαλιά. Εγώ έχοντας την σιγουριά της οικογενείας μου δίστασα να το κάνω. Καθώς μιλούσα με το πεντάγωνο και το ελικόπτερο μου είπαν οι έρχεται πλοίο προς βοήθεια. Η μαμά μου φώναζε απέξω : Πες στο ελικόπτερο να περιμένει μέχρι να έρθει το πλοίο. Όμως τελείωναν τα καύσιμα τους και έφυγαν. Φάνηκε το πλοίο σαν φωτισμένη πολιτεία και ο καπετάνιος Κ. Τζώρτζης, μου λέει ότι πετάνε το βιλαιν να το δέσουμε στην πρύμη του σκάφους για να μας τραβήξει. Απόρησα που είπε να το δέσουμε στην πρύμη. Σε κάθε τράβηγμα του σχοινιού το σκάφος γέμιζε νερα. Φωναζει ο μπαμπάς μου : πετάξτε πράγματα στην θάλασσα και δουλεψε την χειροκίνητη αντλία για να αδειάσουμε νερά. Ξεκινάει να κατεβάζει τον καταπέλτη και λέω θα μας σκοτώσεις. επεμβαίνει το πεντάγωνο να ρωτήσει αν υπάρχει πρόβλημα για να στείλει και άλλο πλοίο και λέει αυτός όχι, εγώ θα τους σώσω. Κατεβάζει το καταπέλτη σπάζοντας το άλμπουρο, το ραντάρ, το πλότερ και το gps και καταλήγει πλακώνοντας του μπαμπά μου το κεφάλι. Ήταν τέτοια η γωνία που επειδή εγώ και ο μικρός ήμασταν στα σκαλιά και η μαμά στην άλλη πλευρά του κοκπιτ δεν μας χτύπησε. Πλέον δεν είχα ασύρματο και φωνάζαμε ότι σκότωσαν έναν άνθρωπο. Αλλά τι ειρωνεία, κανείς στο πλοίο δεν αντιλήφθητε αυτό που συναιβει. Στην συνέχεια καθάρισα τα θρύψαλα από τα ανοιχτά μάτια του μπαμπά μου και ενώ τσίριζε η μαμά μου της λέω ο μπαμπάς τέλειωσε κοίτα τι θα κάνουμε εμείς τώρα. Μας πετάνε πάλι σχοινί και πάμε από την αριστερή πλευρά του πλοιου. Η μαμά μου φώναζε να σωθεί το παιδί. Τα κομμάτια του σκάφους σε κάθε δέσιμο του σχοινιού πεταγόταν σαν χαρτιά. Δοκίμασε να κατεβάσει βάρκα ο Τζώρτζης και στα μισά την ανέβασε και όπως διάβασα στην δικογραφία για να μην του σπάσει. Δεν καταφέραμε να καλύψουμε τα λίγα μέτρα που μας χώριζαν από την πλαϊνή πόρτα για να δώσουμε το παιδί και μετά το σκάφος μας βρέθηκε στα δεξιά του πλοίου ακριβώς διπλά στην προπέλα που ανεβοκατέβαινε μέσα-έξω στο νερό αφρίζοντας ολόγυρα της. Σκέφτομαι καλύτερα να με πάρει ολόκληρη, να μην μου κόψει μόνο κανένα χέρι. Το πλοίο ήταν στην πλάτη της μαμάς μου , ο μπαμπάς μου πεσμένος στα πόδια μας και εγώ καθόμουν απέναντι έχοντας το παιδί στην αγκαλιά μου(αργότερα που επισκέφτηκα το πλοίο, είδα ότι υπήρχε και ανεμόσκαλα εκεί που ήμασταν στο τέλος).Το νερό είχε φτάσει στα γόνατα μας και ξαφνικά λέω στην μαμά μου, ένα σχοινί είναι μπερδεμένο στο σωσίβιο μου. Την στιγμή που το τράβηξε και το έβγαλε, εξαφανίστηκαν τα πάντα από μπροστά μου, το παιδί, οι γονείς, το σκαφος, βούλιαξαν. Βουτώ και αυτό που πιάνω για καλή μου τύχη είναι το παιδί. Απομακρυνόμαστε από το πλοίο. Στην δικογραφία διάβασα αργότερα ότι ο καπετάνιος είπε χάθηκε το σκάφος όχι ότι το χτύπησε και βούλιαξε και επίσης ότι δεν είχε ραντάρ το πλοίο του, τι γελοίο. Όλο το βράδυ, λαχταρούσα να έρθουν τα κορμιά των γονιών μου δίπλα μου να δεθούμε όλοι μαζί. Κάθε φορά που βγαίναμε από τα τεράστια κύματα σήκωνα το πρόσωπο μου να ξεπλυθεί από την καταρρακτώδη βροχή και είχα τον μικρό στην αγκαλιά μου κρατώντας τον από τις μασχάλες πάντα πιο ψηλά από εμένα. Μου έλεγε : μανούλα φοβάμαι, κρυώνω. Του έλεγα: δες τα φώτα στο βουνό θα βγούμε εκεί έξω. Του μιλούσα συνέχεια , κάποια στιγμή είδα δυο πλοία να έρχονται, το ένα πέρασε δεξιά μου. εγώ κραύγαζα για να φτάσει δυνατός ο ήχος της φωνής μου, ανεβαίνει από αριστερά μας, ξανακατεβαίνει από αριστερά μας και εκείνη την στιγμή νιώθω ότι ο μικρός παραλύει στα χεριά μου. Του φωνάζω Κρις ξύπνα, ξύπνα. Βάζω το χέρι μου στο πρόσωπο του και πιάνω την γλώσσα που έχει βγει έξω από το στόμα. Θέριεψα πιο πολύ και σκέφτηκα ότι εγώ ακόμα και έτσι θα βγάλω το παιδί στην στεριά. Το πλοίο ήρθε στα αριστερά μας, κατεβαίνοντας είχε ακούσει την κραυγή αλλά είχε ταχύτητα και δεν μπορούσε να σταματήσει. Τους φωνάζω ¨έχω ένα παιδί πάρτε το παιδί. Μου πέταξαν δυο φορές κουλούρα για να με τραβήξουν στο πλοίο αλλά εγώ πλέον δεν είχα δυνάμεις. Τότε, έπεσαν κάποια παιδιά στην θάλασσα αψηφώντας τον απίστευτο κίνδυνο. Κάποιος μου πήρε το παιδί, αφού αρνιόμουν να το αφήσω. στο τέλος κάποιοι με έπιασαν από τα μπράτσα αφού σβαρνιστήκαμε στην τραγάνα βρεθήκαμε στο αντιτορπιλικό. Μου είπαν ότι το παιδί ήταν στο ιατρείο και ότι πάει καλύτερα. Ήξερα ότι μου λέγανε ψέματα και ότι είχε τελειώσει γιατί το είχα βιώσει αλλά δεν ήθελα να τους το πω. Το πρωί με καΐκι βγήκαμε στο νοσοκομείο της Καρύστου και το παιδί σε μια κουβέρτα στο νεκροτομείο. Με συνόδευε ο Αρχικελευστής Αγγελάκης.
    Στις 26-10 ήρθε το Ασπίς Θεσσαλονίκη για την επέτειο της πόλης και πήγα να τους γνωρίσω και να τους ευχαριστήσω. Στην παραλία περιμένοντας την λάντζα ήταν ένας αξιωματικός τόσο ταπεινός που συζητώντας μαζί του ούτε καν μου είπε την αυτοθυσία που έκανε βουτώντας στην θάλασσα για να με βγάλει, και μάλιστα είχε σχεδόν κατεβασμένο το κεφάλι. Ήταν ο Μιχάλης Γατζούνης. Στο καρέ των αξιωματικών που με υποδέθηκαν ο κυβερνήτης Κ. Κοντούλης ζήτησε να βαφτίσει το παιδί που κυοφορούσα ήδη στο έκτο μηνά. Μεγάλη τιμή και χαρά. Το παιδί βαφτίστηκε στις 28 10 1990.Ενιωθα για τον άνθρωπο αυτό ευγνωμοσύνη και ότι βρήκα την οικογένεια που τόσο άδικα έχασα.
    Το καλοκαίρι του 95 ήρθαν και έμειναν στο σπίτι οι 2 κόρες και η δεύτερη σύζυγος του για να πάνε σε κάποιο φροντιστήριο. Τότε άρχισε η δεύτερη σύζυγος του ασκώντας μου ψυχολογική πίεση εκμεταλλευόμενη τα συναισθήματα αγάπης και αφοσίωσης που ένιωθα για αυτούς κατάφεραν να μου αποσπάσουν ξεκινώντας η σύζυγος και στην συνέχεια ο Κοντούλης, λέγοντας μου ότι ο Κώστας χρωστάει χρήματα, θα πεθάνει ο Κώστας από καρδιά , θα αυτοκτονήσει ο Κώστας, από τον Ιούλιο μέχρι αρχές Οκτώβρη 21.100.000 δραχμές. Δεν τους έδωσα 20, για να τελειώνει του έδωσα 21.100.000, ότι είχα και δεν είχα, λέγοντας μου ότι θα τα μου τα επιστρέψουν από το εφάπαξ της γυναίκας του τον Αύγουστο και αργότερα από του Κοντούλη τα Χριστούγεννα. Ύστερα από 2 χρόνια αφού τα ζητούσα και κρύβονταν . κάποια στιγμή τον ανακάλυψα σε μια εταιρία που εργαζόταν στην Ολλανδία μου είπε το έξης αισχρό δεν έχεις απόδειξη για τα λεφτά που μου έδωσες. Μέσα στα άπειρα ψέματα που είχε πει ήταν ότι την μέρα του ναυαγίου μου έδωσε ένα 1.000.000 δραχμές για τα πρώτα μου έξοδα…..
    Ήμουν πραγματικά ευγνώμων απέναντι σε αυτόν τον άνθρωπο που έσωσε τη ζωή μου και στην οικογένεια του και για το λόγο αυτό τον έκανα μέλος της δικής μου οικογένειας. Τον εμπιστεύτηκα και όταν μου ζήτησε χρήματα λόγω της κάκιστης όπως υποστήριζε οικονομικής του κατάστασης του τα έδωσα δίχως να διανοηθώ το ενδεχόμενο ότι μπορεί να με έχει εξαπατήσει. Παρά βέβαια το γεγονός ότι ισχυρίζονταν πως δεν είχε χρήματα, κατάφερε να αγοράσει κατά το χρονικό διάστημα περίπου στο 90-92 διαμέρισμα-ρετιρέ στην Φρεαττύδα 3 ορόφων ,πάνω από 200τ.μ. Η δε σύζυγος του το ίδιο διάστημα αν και δεν έχουν χρήματα κατά τα λεγόμενα τους, αγόρασε με τον κουμπάρο τους, πλοίο το όποιο βούλιαξε λίγο αργότερα. Επίσης κατά το χρονικό διάστημα 93-94 ο κύριος κοντούλης ξεκίνησε να κτίζει σπίτι 1000τ.μ στην Ακρατα. Ενώ σπούδαζε 2 κόρες στην Ρουμανία και μια στην Αθήνα σε ιδιωτική σχολή. Αν φυσικά γνώριζα όλα τα παραπάνω δεν θα τον είχα εμπιστευτεί και δεν θα του είχα δώσει ούτε τα μισά χρήματα από αυτά που κυριολεκτικά μου αφαίρεσε. Και τώρα το έτος 2012 μετά από 17 ολόκληρα χρόνια και έχοντας περάσει 12 χρόνια στις δικαστικές αίθουσες έχοντας κερδίσει 2 δικαστικές αποφάσεις περιμένω μάταια να μου επιστραφούν. Και μάταια θα συνεχίσω να περιμένω διότι ο συγκεκριμένος κύριος δηλώνει ότι δεν διαθέτει κανένα περιουσιακό στοιχείο, κανένα εισόδημα και καθόλου χρήματα για να μου επιστρέψει τη δική ΜΟΥ περιουσία αυτή που του έδωσα απλόχερα για να τον βοηθήσω, για να βοηθήσω τον νονό του παιδιού μου, την οικογένεια μου. Μόνο που η οικογένεια μου με εξαπάτησε στο χειρότερο βαθμό.
    Και σήμερα που μετά βίας καλύπτω οικονομικά τις βιοτικές μου ανάγκες, με μεγάλη μου θλίψη διαπιστώνω ότι ο κύριος Κοντούλης το 1989 με “έβγαλε” από τη θάλασσα και μου έσωσε τη ζωή για να με σκοτώσει ο ίδιος με την απαράδεκτα απατηλή και αχάριστη συμπεριφορά του τόσα χρόνια μετά.

    • Ο/Η klafsigelos λέει:

      Κυρία Μαρκοπούλου, συμμερίζομαι (από τότε) τον πόνο σας για την οικογενειακή τραγωδία και την μετέπειτα ταλαιπωρία σας. Στο κείμενο κατέγραψα νοιώσματα και συνθήκες της τότε επαγγελματικής μου ζωής με τα περιστατικά όπως τα ζήσαμε και τις πληροφορίες που μας έδιναν. Αυτές τις μέρες συμπλήρωσα το κείμενο με τα ονόματα του Μιχάλη Γατζούνη και του Λάζαρου Μπρέσκα μετά τη συμπληρωματική παρέμβαση του Γιάννη που υπηρετούσε τότε στο πλοίο. Λυπάμαι αφάνταστα για την “άλλη” συμπεριφορά που περιγράφετε… Εύχομαι τα καλύτερα για εσάς και τον γιό σας από καρδιάς…
      Με εκτίμηση
      Κωστής Γκορτζής

  9. Ο/Η Heraklis λέει:

    Υπέροχη αληθινή ιστορία, με απλά λόγια που συγκινούν κάθε ψυχή.
    Μπράβο Κωστή με έκανες να νοιώσω υπερήφανος αλλά διαβάζοντας τα σχόλια της άτυχης κυρίας αισθάνθηκα βαθειά λύπη και συμπόνια.
    Σαν άνθρωπος του ΠΝ τη συλλυπούμαι και της ζητώ ταπεινά συγνώμη για την απογοήτευση που νοιώθει.
    Έμεινα άναυδος…

    • Ο/Η klafsigelos λέει:

      Ηρακλή, ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Η απογοήτευση πάντως της κυρίας Μαρκοπούλου δεν αφορά στο ΠΝ αλλά σε συγκεκριμμένο πρόσωπο…

  10. Ο/Η skipper λέει:

    Kωστή καλημέρα

    Αν και μπήκα ένεκα της 2ης επιστολής σου-ύστερα από παραπομπή του Ζέππου στην Καλύβα-…κάπου χάθηκα και κατέληξα εδώ.

    Στιγμές αυτοβιογραφίας που μου προσέφεραν έντονες συγκινήσεις και θύμησες από παρόμοια περιστατικά , στα πλαίσια του «κοινωνικού έργου» του Π.Ν…..αλλά και ενός τραγικού συμβάντος που βίωσα -το ναυάγιο του ΚΩΣΤΑΚΟΣ.
    Να σαι καλά Ναύαρχε.

    ‘Οσο για τον Κοντούλη -αν ισχύουν τα λεγόμενα της Κας Μαρκοπούλου- αυτό που έχω να πω είναι «Ανθρωποι και ανθρωπάκια»…για να μην εκφραστώ απρεπώς.

  11. Κύριε Γκορτζή, νιώθω πολύ μεγάλη τιμή που σας έχω γνωρίσει, που έχω συνυπηρετήσει μαζί σας. Σας πρωτογνώρισα αρχές του 1990, όταν επιστρέφοντας από το εξωτερικό, ξεκίνησα να υπηρετώ στην ΔΕΝ. Ήσασταν τότε Επιστολέας. Ξεχώρισα αμέσως, παρά τα «άπειρα» μάτια μου στο ΠΝ, την ευγένεια της ψυχής σας, όταν στην πρώτη μας γνωριμία, με εμάς τους 12 που γυρίσαμε από την εκπαίδευσή μας στην Γαλλία για να υπηρετήσουμε τα Ε/Π,είμασταν μπροστά σε έναν Αντιπλοίαρχο, που μας έλεγε ότι θα είναι «εκεί» όχι απλά σαν Επιστολέας, αλλά σαν «πατέρας» να μας βοηθήσει στο ξεκίνημά μας…
    …και ήσασταν! Διακριτικά, με την σοβαρότητα, την εμπειρία, την γνώση, την φιλική διάθεση, αλλά και έχοντας κερδίσει τον σεβασμό και την εκτίμησή μας, μας δείχνατε τον δρόμο στην νέα μας καριέρα. Και θέλω εδώ να πω, πως στα χρόνια μου στο ΠΝ, έμαθα να σέβομαι θεσμούς, κανονισμούς αλλά και τους ανωτέρους μου. Την εκτίμηση όμως δεν μπορεί κανείς να σου την επιβάλλει, αντίθετα την κερδίζει και «χαίρει αυτής», με τον χαρακτήρα , την αξιοπρέπεια και την συμπεριφορά του!
    …Πολύ αργότερα, σας ξανασυνάντησα τον 1997, όταν υπηρετώντας στο Α/Γ Ικαρία, βρέθηκα στην Θεσσαλονίκη, όπου στα πλαίσια των εορτασμών «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης» μεταφέραμε την Αθηναϊκή Τριήρη και μετατρέψαμε τον χώρο αρμάτων του πλοίου σε μουσείο. Εσείς, από την θέση του Διοικητού Ν.Δ.Β.Ε. ήσασταν καθημερινά στο πλοίο και επιβλέπατε των εργασιών για την έναρξη της έκθεσης…και όχι απλά επιβλέπατε, αλλά ήσασταν επάνω στη σκάλα και πρώτος δουλεύατε για τις όποιες αλλαγές στο χώρο αρμάτων. Δεν θα ξεχάσω όταν φέρνατε από το σπίτι εργαλεία(..αχ αυτό το «καρφωτικό») και ήμουν δίπλα σας να σας βοηθάω, έχοντας το προηγούμενο βράδυ…ξενυχτίσει σε κάποιο από τα clubs της πόλης..! «έλα Μιχαλάκη, να τελειώνουμε…κράτα το εργαλείο..τέντωσε την κουρτίνα…καλά είναι εδώ..»
    ..πάντα μπροστάρης…
    Και τώρα, απόστρατος, πάλι μπροστάρης είστε… δεν μείνατε στο σπίτι να παρακολουθείτε τις εξελίξεις. Στις πορείες, στην αντιπαράθεση με τους κυβερνώντες στα όσα μας επιβάλλουν, μέσα από τις γραμμές του blog σας, πολύ πρόσφατα στην κηδεία του «Καπετάνιου»…
    Νοιώθω μεγάλη τιμή που σας έχω γνωρίσει! Και όλους αυτούς που με τα μικρά τους ονόματα αναφέρετε στην εξιστόρηση αυτού του τραγικού γεγονότος. Πόσοι άραγε γνώριζαν αυτή την ιστορία? Πόσοι άραγε έβλεπαν μετέπειτα τον Νίκο τον Γατζούνη και ήξεραν τι είχε κάνει? Εγώ, νέος τότε στα πλοία, στο Α/Τ ΛΟΓΧΗ, ένοιωσα βαθιά στο πετσί μου τι θα πει κακοκαιρία..ίσως για πρώτη φορά. Θα θυμούνται όλοι όσοι τότε ήταν σε πλοία ότι ο κόσμος στα μηχανοστάσια, έκανε πάνω από 10-12 ώρες να «σκαντζάρει» γιατί απλά δεν μπορούσε η επόμενη βάρδια να φτάσει στις καθόδους! τις κλείναμε τις καθόδου να μην μπαίνει μέσα το νερό!
    Μέσα από αυτές τις γραμμές, θέλω απλά να σας ευχαριστήσω για όλα όσα έχω διδαχθεί από εσάς. Θέλω να ευχαριστήσω αυτά τα «παιδιά» τον Άρη, τον Γιώργο και όλους τους άλλους που με τα μικρά τους ονόματα αναφέρετε, γιατί ..απλά τους γνώρισα! Γιατί νοιώθω ότι θα είναι πάντα η «άλλη» μου οικογένεια!
    Μα κυρίως θέλω να σας ευχαριστήσω γιατί είστε «παρών» στις εξελίξεις. Αγωνιστής, μάχιμος!
    Να είστε πάντα καλά, υγιής και να χαίρεστε την όμορφη οικογένειά σας!
    Ένα από τα-ναυτικά-παιδιά σας (και επιτρέψτε μου να νοιώθω έτσι)
    Μιχάλης Κουκουνάκης

  12. Ο/Η klafsigelos λέει:

    Μιχάλη, μεγάλη τιμή για μένα τα λόγια σου. Αμήχανος! 🙂

Αφήστε απάντηση στον/στην markopoulou georgia Ακύρωση απάντησης